DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
Abfuhr f =, -en
mech.eng. εξαγωγή
nat.sc., transp., agric. μεταφορά ξύλων έξω από το δάσος
transp. διανομή κατά την άφιξη; μεταφορά με φορτηγό αυτοκίνητο κατά την άφιξη
Abführ- v
med. καθαρτήριος; καθαρτικός
Abführ
: 7 phrases in 5 subjects
Earth sciences2
Insurance1
Municipal planning1
Statistics1
Transport2