DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Überhöhung f f =, -en
construct. αρνητικό βέλος κάμψης
life.sc., construct. επίκλιση
stat. υπερεκτίμηση
transp. αρνητικό βέλος; κύρτωμα; υπερύψωση
transp., construct. κύρτωμα στέψεως αναχώματος; καμπύλωση στέψεως αναχώματος; κατά πλάτος κύρτωσις οδοστρώματος
Überhöhung
: 6 phrases in 2 subjects
Life sciences3
Transport3