DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
"Brandflecken" m
nat.sc., agric. καμμένη γή
Brandfleck m -(e)s, -e
industr., construct., met. κολημμένη υαλόσκονη; υαλόσκονη; κηλίδα καψίματος