DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
ytdefekt n
el. απευθυγράμμιση επιφάνειας
industr., construct. ατέλεια m; σκάσιμο; σφάλμα
met. μεγάλη εξωτερική ρηγμάτωση
ytdefekter n
mater.sc., met. ατέλειες επιφάνειας