DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
vinkelstång n
construct. γωνιακό
mech.eng. γωνιομοχλός; γωνιωτός μοχλός; γωνιομοχλός ελέγχου; γωνιωτός μοχλός ελέγχου; γωνιωτός μοχλός ανατροφοδότησης; γωνιομοχλός ανατροφοδότησης
transp., mech.eng. ζύγωθρο; γωνιωτό ζύγωθρο; γωνιωτός μοχλοβραχίονας