DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
variationer n
account. διακυμάνσεις
variatión n ~en ~er
gen. μεταβολή; παραλλαγή
construct. διακύμανση στάθμης ταμιευτήρα
life.sc. γενοτυπική μεταβολή; γενοτυπική παραλλαγή
stat. μεταβλητότητα f