DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
vä̀rdepapper n
account. χρεόγραφα f
econ. κινητές αξίες
fin. διαπραγματεύσιμος τίτλος; χρεώγραφο m; αξία f; αξιόγραφο m; κινητή αξία; τίτλος m
stat., account. ομόλογα και ομολογίες χρέους debentures