DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
vä̀gmärke n ~t ~n
commun., transp. πινακίς σημάνσεως
transp. πινακίδα σήμανσης; σήμα; σήμανση
transp., polit. πινακίδα σήμανσης οδών