DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
tryckplatta n
chem. επιφάνεια στήριξης
construct. θλιβόμενη πλάκα
mech.eng., el. τερματική πλάκα πυρήνα
tech., mech.eng. επίπεδο συμπίεσης
transp., mech.eng. δίσκος ώσης; πλάκα ώσης; δίσκος πίεσης; πλάκα πίεσης