DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
trafikräkning n ~en ~ar
stat., transp. κατά μέσον όρο αριθμός
transp. καταγραφή κυκλοφορίας; κυκλοφοριακή μέτρηση; απογραφή; αρίθμησις; μέτρησις f