DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
trafikintensitet n ~en
commun. ροή κίνησης; ροή/ένταση κυκλοφορίας; πυκνότητα κίνησης
math. ένταση της κυκλοφορίας
stat. ένταση κυκλοφορίας; ένταση της κυκλοφορίας