DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
tråg n
industr., construct., met. κάδος νερού; σκάφη εναπόθεσης τσιμπουκιών; απαγωγός; αυλάκι; δίσκος; τραπεζάκι με τροχούς
life.sc. βυθίσματα κλειστών λεκανών ξηρών περιοχών; γλώσσα χαμηλής πίεσης; σφήνα χαμηλής πίεσης
nat.sc., agric. δεξαμενή επώασης
stat., el. κιβώτιο συστοιχίας συσσωρευτών