DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
tjänsteföreskrift n
law, lab.law. διάταξη κανονιστικού χαρακτήρα
tjänsteföreskrifterna n
gov. κανονισμός περί της υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης; κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών