DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
telextjänst n
commun. υπηρεσία telex; υπηρεσία συνδρομητών telex; υπηρεσία τηλεγραφικών συνδρομητών
commun., IT υπηρεσία κέντρου τηλεκτυπωτών