DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
svetsfog n ~en ~ar
chem. αυλακιά συγκόλλησης; εγκοπή συγκόλλησης
mater.sc. σφράγιση; σφράγισμα
mater.sc., mech.eng. θερμοσυγκολλημένη ραφή