DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
stödlinje n
comp., MS οδηγός
IT, dat.proc. κανόνας-οδηγός f; οδηγός κανόνας; προσωρινή χάραξη γραμμής
stödlinjer n
comp., MS γραμμές πλέγματος