DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
spjällventil n
mech.eng. βάνα; συρταρωτό επιστόμιο; υδατοφράκτης; βαλβίδα με πεταλούδα; πεταλούδα f; βαλβίδα στραγγαλισμού