DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
sond [sån´d] n ~en ~er
fish.farm. ηχοβολιστικό διχτυού; βυθόμετρο διχτυού; ενδείκτης βάθους διχτυού
life.sc. ανιχνευτής m
transp. μετρητής διείσδυσης; διεισδυσίμετρο