DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
sòptipp n ~en ~ar
environ. χώρος αποθέσεως αστικών αποβλήτων; ανοιχτός χώρος απόθεσης αστικών απορριμμάτων; χώρος απόρριψης αχρήστων αντικειμένων; ταφή διάθεση απορριμμάτων/χωματερή; χερσαία διάθεση