DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
slùss n ~en ~ar
construct. δεξαμενή ανύψωσης; δεξαμενή ναυσιπλοϊας; κλεισιάδα; υδατοφράκτης ναυσιπλοϊας
el. προθάλαμος ελεγχόμενης ατμόσφαιρας
environ. δεξαμενή ανύψωσης σε διώρυγα
mech.eng. κλεισμένο άκρο μεταφορέα με κλαπέ
transp., avia. προστασία καταπακτής