DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
schéma [∫e´ma el. ∫e`ma] n ~t ~n
comp., MS συνδυασμός m
el. διάγραμμα f
forestr. χρονοδιάγραμμα
IT σχήμα
IT, dat.proc. σχέδιο