DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
rénsa v
gen. καθαρίζω
comp., MS Εκκαθάριση; καταργώ δεδομένα; πραγματοποιώ εκκαθάριση
IT, tech. σβήνω; απαλείφω
mech.eng. διήθηση υπό πίεση
met. αφαιρώ την άμμο; ομαλοποιώ την επιφάνεια
Rénsa v
comp., MS Εκκαθάριση