DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
prodúkter n
environ. προϊόντα m
prodúkt [-duk´t] n ~en ~er
met. έτοιμα προϊόντα; κατεργασμένα προϊόντα
transp., avia. αεροναυτικό προϊόν; προϊόν