DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
pris n ~en ~ar
gen. βραβείο m
econ. τιμή
energ.ind. μοναδιαία τιμή; τιμή μονάδας
environ. ρυθμός m; αναλογία f; ποσοστό m; ταχύτητα f
priser n
account. τιμές f