DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
nollpunkt n ~en ~er
gen. υπόκεντρο m; ουδέτερο σημείο πολυφασικού συστήματος
earth.sc., el. το θεωρητικώς ουδέτερο σημείο
el. αρχή μετρήσεων
life.sc. σημείο μηδενικού υψομέτρου
tech. μηδέν κλίμακας
transp., el. μηδενικό σημείο; σημείο μηδέν
nollpunkt
: 2 phrases in 1 subject
Natural sciences2