DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
nationellt identitetskort
immigr. δελτίο ταυτότητας
law, immigr. ταυτότητα f; αστυνομικό δελτίο ταυτότητας; αστυνομική ταυτότητα; δελτίο αστυνομικής ταυτότητας