DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
mántel n ~n mantlar
el. χιτώνας f; περίβλημα οπτικών ινών; θήκη; κάλυμμα προστασίας καλωδίων; μανδύας; οπλισμός m; περικάλυμμα; περίβλημα δέσμης; χιτώνιο δέσμης; περίβλημα οπτικής ίνας; χιτώνιο οπτικής ίνας; χιτώνας καλωδίου; επένδυση οπτικής ίνας; οπτικός μανδύας
fin., IT μανδύας καλωδίου
industr., construct. περικάλυψη καλωδίου
IT, el. περίβλημα f
mech.eng., el. διπλό τοίχωμα; επένδυση; κάλυμμα f; διαχυτής; κωνοειδής αγωγός; συγκεντρωτής m
met. κέλυφος m
phys.sc., el. κάλυμμα δημιουργίας λιθίου; κάλυμμα θερμοπυρηνικού αντιδραστήρα
manteln n
life.sc., el. μανδύας
mantel
: 1 phrase in 1 subject
Industry1