DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
ledskenor n
earth.sc. οδηγά πτερύγια σε σειρά
ledskena n ~n -skenor
earth.sc., mech.eng. οδηγός πρόσοψης
industr., construct. μπάρα νηματοδηγών
mech.eng. σταθερό πτερύγιο; περικάλυμμα πτερωτής
mun.plan., earth.sc. ευθυντήρια διάταξη πτερυγίων; εκτροπέας f