DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
kvadrát [-a´t] n ~en ~er
environ. πλατεία m; τετράγωνο m; πλατεία/τετράγωνο m
math. πλαίσιο
stat. τετραγωνικό τμήμα
kvadraten n
el. τετραγωνική τιμή
kvadrat
: 2 phrases in 1 subject
Transport2