Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Swedish
⇄
Danish
Dutch
English
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Slovene
Spanish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
kretskort
n ~et; pl. ~
el.
ακροδέκτες
f
;
τυπωμένο κύκλωμα με συγκολλημένες επαφές
;
συναρμολογούμενο τυπωμένο κύκλωμα
;
πλαίσιο τυπωμένου κυκλώματος
;
υπόστρωμα τυπωμένου κυκλώματος
;
κάρτα τυπωμένων κυκλωμάτων
;
πλακέτα τυπωμένων κυκλωμάτων
IT
πίνακας τυπωμένου κυκλώματος
IT, el.
πλακέτα τυπωμένου κυκλώματος
;
πλακέτα
f
;
κάρτα τυπωμένου κυκλώματος
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips