DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
kretskort n ~et; pl. ~
el. ακροδέκτες f; τυπωμένο κύκλωμα με συγκολλημένες επαφές; συναρμολογούμενο τυπωμένο κύκλωμα; πλαίσιο τυπωμένου κυκλώματος; υπόστρωμα τυπωμένου κυκλώματος; κάρτα τυπωμένων κυκλωμάτων; πλακέτα τυπωμένων κυκλωμάτων
IT πίνακας τυπωμένου κυκλώματος
IT, el. πλακέτα τυπωμένου κυκλώματος; πλακέτα f; κάρτα τυπωμένου κυκλώματος