DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
hantéring n ~en ~ar
gen. μεταφορά και διακίνηση φορτίου
agric. μεταφορά και αποθήκευση υλικών; χειρισμός m
econ. μεταφορά και διακίνηση φορτίων
forestr. μεταχείριση
waste.man. διαχείριση των αποβλήτων; διαχείριση απορριμμάτων