DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
höjdsjuka n ~n
health. νόσος των ορέων; νόσος του ύψους; νόσος του d'Acosta
med. νόσος αποσυμπίεσης λόγω ύψους; αδιαθεσία λόγω υψομέτρου; νόσος d'Acosta