DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
högtrycksrygg n ~en ~ar
gen. γλώσσα υψηλών πιέσεων
nat.sc. γλώσσα υψηλής πίεσης; περιοχή υψηλών πιέσεων; ράχη; σφήνα υψηλής πίεσης; υψηλό