DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
gjuttapp n
industr., construct., chem. μεταλλουργική χοάνη για τη χυτόμαζα
met., mech.eng. στρόφιγγα συστολής; έμβολο διανομής; έμβολο συστολής; διανομέας f; περόνη συστολής; στρόφιγγα διανομής