DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
frekvéns [-en´s] n ~en ~er
commun. περιοδικότητα f
health. συχνότης m
lab.law. συχνότητα ατυχημάτων
math. συχνότητα f
nat.sc. επικρατούσα αφθονία
nat.sc., life.sc., agric. Παρουσία εμφάνιση
stat. συχνότητα f
frekvens
: 1 phrase in 1 subject
Natural sciences1