DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
draghållfasthet n ~en
el. αντοχή εφελκυσμού
forestr. μηχανική αντοχή σε εφελκυσμό
met. αντοχή σε εφελκυσμό
nat.sc., industr. τάση εφελκυσμού
transp. εφελκυστική αντοχή
draghållfasthet
: 5 phrases in 2 subjects
Communications1
Microsoft4