DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
detéktor [-tek`t-] n ~n ~er [-o´r-]
commun., IT συλλέκτης m
earth.sc., tech. ανιχνευτής ακτινοβολίας; φωρατής ακτινοβολίας
environ. ανιχνευτής m; φωρατής; ανιχνευτής/φωρατής m