DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
buffertzon n
agric. ζώνη απομόνωσης; ζώνη ασφαλείας
environ., health., anim.husb. προστατευτική ζώνη
fin., scient. περιοχή απορρόφησης τιμών
nat.sc., agric. μεταβατική ζώνη