DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
brukningsenhet n ~en ~er
agric. κτηματογραφικός οδηγός; Λωρίδα υλοτόμησης
econ. εκμετάλλευση; γεωργική εκμετάλλευση
econ., agric. επιφάνεια γεωργικής εκμετάλλευσης
brukningsenhet
: 2 phrases in 1 subject
Statistics2