DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
balanserad v
agric. ισορροπημένος
fin. εξισορροπημένος
market. κεφαλαιοποιημένο
balanséra v
gen. εξισορροπώ
commun., construct. ισορροπώ
comp., MS επανεξισορροπώ
fin. αντισταθμίζω
balanserad
: 13 phrases in 4 subjects
Agriculture2
Economics1
Environment9
Medical1