DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
bàs n ~en ~er
commun., earth.sc. ζώνη χαμηλών συχνοτήτων
el. Ηλεκτρόδιο βάσης; λυχνιολαβή; πλάκα βάσης
environ. βάση; αλκαλική ένωση; βάση/αλκαλική ένωση
fin. σημείο στήριξης τιμών
IT πόδια
stat. βάση
bas
: 3 phrases in 3 subjects
Environment1
General1
Statistics1