DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
avloppsreningsverk n ~et; pl. ~
agric., construct. εγκατάσταση εκκένωσης των υδάτων οχετού
environ. μονάδα σταθμός επεξεργασίας λυμάτων
environ., industr. εγκατάσταση επεξεργασίας υγρών αποβλήτων
avloppsreningsverk
: 8 phrases in 3 subjects
Environment1
Life sciences4
Natural sciences3