DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
arbetssökande n ~n; pl. ~, best. pl. ~na
empl. ο αναζητών εργασία
law, lab.law. υποψήφιος
social.sc., lab.law. ζητών εργασία
social.sc., sec.sys., lab.law. αιτών εργασία
stat., social.sc., lab.law. ζήτηση εργασίας; σε αναζήτηση εργασίας
arbetssökande
: 2 phrases in 1 subject
Business2