DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
applikator n
chem., mech.eng. διάταξη επάλειψης; εφαρμογέας
mater.sc., industr., construct. λεπίδα αφαίρεσης μελανιού; λεπίδα καθαρισμού μελανιού
pharma., earth.sc., mech.eng. κατευθυντήρας f
Applikator n
commer. Εξάρτημα χορήγησης