DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
anpassare n
commun., el. δικτύωμα προσαρμογής; κύκλωμα προσαρμογής
el. κυματοδηγικός συντονιστής
IT ευθυγραμμιστής
IT, dat.proc. προσαρμογέας μηχανήματος; διάταξη προσαρμογής μηχανήματος