DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
analýs [-ly´s] n ~en ~er
environ. ανάλυση
life.sc. ανάλυση καιρού
market. λεπτομερής λογιστική ανάλυση
pharma., environ. δοκιμασία/ανάλυση μεταλλεύματος
analyser n
nat.sc., agric. αναλύσεις m