DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
àvloppsvatten n -vattnet
gen. λύμα; υγρό απόβλητo
environ. εκροή επεξεργασίας υγρών από την επεξεργασία αποβλήτων; ακάθαρτα ύδατα; λύματα f; βιομηχανικά λύματα; υγρά βιομηχανικά απόβλητα; ακάθαρτα ύδατα υπονόμων; ύδατα υπονόμων
industr., construct. νερό συμπυκνώματος