DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
àvkastningsförmåga n ~n
agric. γεωργική αξία; καλλιεργητική αξία
market. αποδοτικότητα f; αποδοτικότητα του κεφαλαίου; απόδοση κεφαλαίου; απόδοση του κεφαλαίου
avkastningsförmåga
: 1 phrase in 1 subject
Economics1