DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
àvgångsvederlag n ~et; pl. ~
fin. αποζημίωση καταγγελίας σύμβασης
fin., lab.law. χρυσή χειραψία; χρυσό αλεξίπτωτο
gov. επίδομα αποχωρήσεως
gov., econ. προσωρινή αποζημίωση
gov., social.sc. εφάπαξ αποζημίωση λόγω εξόδου από την υπηρεσία
lab.law. αποζημίωση λόγω απόλυσης
law, insur. αποζημίωση
law, lab.law. αποζημίωση απόλυσης; αποζημίωση σε περίπτωση απόλυσης δημοσιογράφου; αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης; αποζημίωση για τη λύση της σύμβασης εργασίας
unions. επίδoμα απoχωρήσεως
avgångsvederlag
: 1 phrase in 1 subject
Economics1