DictionaryForumContacts

   Swedish
Google | Forvo | +
to phrases
àvfall n ~et; pl. ~
econ. απόβλητα f
environ. απώλεια m; υπολείμματα f; απορρίμματα f; απώλειες m; αποβαλλόμενα ύδατα/απώλεια/απόβλητα; υπολείμματα/απώλειες/απορρίμματα f; Απόβλητα f
environ., industr. απόβλητο m; κατάλοιπα m
forestr. υπόλειμμα f; σκουπίδι
industr., construct. ξένες ύλες
transp., environ. συντρίμμια σε τροχιά; υπολείμματα σε τροχιά
avfall
: 9 phrases in 5 subjects
Economics2
General1
Human rights activism2
Law3
Politics1